Κορέα, Νότια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 98.480 τ. χλμ. Πληθυσμός: 48.324.000 (2002) Πρωτεύουσα: Σεούλ (9.853.972 κάτ. το 2000)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το νότιο τμήμα της Κορεατικής χερσονήσου. Συνορεύει με τη… … Dictionary of Greek
Νέα Νότια Ουαλία — (New South Wales). Ομόσπονδη Πολιτεία (801.600 τ. χλμ., 5.761.900 κάτ.) της Αυστραλίας. Βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά της Αυστραλίας και βρέχεται στα Α από τον Ειρηνικό ωκεανό και ορίζεται από την Κουίνσλαντ στα Β, τη Βικτόρια στα Ν και τη… … Dictionary of Greek
Καρολίνα, Νότια — (South Carolina). Ομόσπονδη πολιτεία (80.582 τ. χλμ., 4.063.011 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ με πρωτεύουσα την Κολούμπια (Columbia, 116.278 κάτ. το 2000). Συνορεύει στα Β με τη Βόρεια Καρολίνα, στα Ν και ΝΔ με την πολιτεία της Γεωργίας (Τζόρτζια) και Α… … Dictionary of Greek
Ντακότα, Νότια — (South Dakota). Πολιτεία (196.576 τ. χλμ., 760.100 κάτ. το 2003)των βορειοκεντρικών ΗΠΑ, που συνορεύει προς Β με τη Βόρεια Ντακότα, στα Δ με τη Μοντάνα και την Γουαϊόμινγκ, στα Ν με τη Νεμπράσκα και στα Α με τη Μινεσότα και την Αϊόβα· τα σύνορα… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ανταρκτική — Επιστημονική ονομασία της ηπειρωτικής περιοχής που είναι γνωστή κυρίως ως Νότιος Πόλος. Εκτείνεται γύρω από τον Νότιο Πόλο, βρίσκεται ολόκληρη Ν του Νότιου Πολικού Κύκλου και περιβάλλεται από τα νότια τμήματα του Ειρηνικού, του Ινδικού και του… … Dictionary of Greek
Βόρειας Οσέτια-Αλάνια, Δημοκρατία — (ρωσ. Severnaya Osetyia Alaniya). Αυτόνομη δημοκρατία (8.000 τ. χλμ., 673.800 κάτ. το 2000) της Ρωσικής Ομοσπονδίας, στην Ομόσπονδη Περιφέρεια του Νότου, με πρωτεύουσα το Βλαδικαφκάζ (πρώην Ορτζχονίκτζε, 323.300 κάτ. το 2000). Η δημοκρατία… … Dictionary of Greek
πιγκουίνος — Πτηνό με φτερούγες τελείως ακατάλληλες για πτήση, της οικογένειας των Σφηνισκιδών, μοναδικής τάξης των σφηνισκόμορφων. Οι π. διαφέρουν ουσιαστικά από όλα τα άλλα πουλιά, λόγω ανατομικών ιδιοτυπιών και συνηθειών. Τα κάτω άκρα, που βρίσκονται πολύ… … Dictionary of Greek
Φόκλαντ — (αγγλικά Falkland Islands, ισπανικά Islas Malvinas)Αρχιπέλαγος του Ατλαντικού ωκεανού μεταξύ 51° και 53° νότιου πλάτους και 57° και 62° δυτικού μήκους στην ηπειρωτική νοτιοαμερικανική κρηπίδα, περίπου 400 περίπου Α του ανατολικού στόμιου του… … Dictionary of Greek
Ατλαντικός ωκεανός — Θαλάσσια έκταση (106.100.000 τ. χλμ.) ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αφρική και τη Βόρεια και Νότια Αμερική. Ανάμεσα στις ηπειρωτικές μάζες της Ευρώπης και της Αφρικής στα ανατολικά και στα δυτικά της Αμερικής απλώνεται η απέραντη θαλάσσια έκταση… … Dictionary of Greek